- Γναῖος
- Γναῖοςmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ναίβιος, Γναίος — Λατίνος ποιητής. Βλ. λ. Νέβιος, Γναίος … Dictionary of Greek
Αγρικόλας, Γναίος Ιούλιος — (Cneius Julius Agricola, 40; – 93 μ.X.).Ρωμαίος στρατηγός, γνωστός για τις κατακτήσεις του στη Βρετανία και για τη βιογραφία που του έγραψε ο γαμπρός του, ιστοριογράφος Τάκιτος, που είχε νυμφευτεί την κόρη του Δομιτία. Ο Α. ήταν νήπιο όταν o… … Dictionary of Greek
Δομίτιος Κορβούλων Γναίος — (Domitius Corbulo Cnaeus, 1ος αι. μ.Χ.). Ρωμαίος στρατηγός. Χρημάτισε πραίτορας και διοικητής της Κάτω Γερμανίας, ενώ με προσωπική εργασία των στρατιωτών του κατασκευάστηκε η διώρυγα μεταξύ Μεύση και Ρήνου. Διακρίθηκε στην εκστρατεία εναντίον των … Dictionary of Greek
Κοριολανός, Γναίος Μάρκιος — (Gnaeus Marcius Coriolanus, 5oς αι. π.Χ.). Ρωμαίος πολιτικός και στρατηγός. Θρυλική φυσιογνωμία, υπήρξε –κατά την παράδοση– το μοναδικό παράδειγμα προδότη της πατρίδας, που αναφέρει η ρωμαϊκή ιστορία. Αφού κυρίευσε, το 493, την πόλη των Ουόλσκων … Dictionary of Greek
Νέβιος, Γναίος — (Gnaeus Naevius, Καμπανία περ. 275 – Ουτίκη 201 π.Χ.). Λατίνος ποιητής. Πνεύμα ανεξάρτητο και χωρίς προκαταλήψεις, έγραψε δύο τραγωδίες praetextae (δηλαδή ρωμαϊκού περιεχόμενου), Romulus και Clastidium, και άλλες με ελληνικό μυθολογικό θέμα.… … Dictionary of Greek
Οκτάβιος, Γναίος — (Gnaeus Octavius, 2ος αι. π.Χ.). Ρωμαίος ναύαρχος. Το 168 ανέλαβε την αρχιστρατηγία του ρωμαϊκού στόλου κατά τον πόλεμο εναντίον του Περσέα (172 168 π.Χ.), αιχμαλώτισε τον ίδιο τον Περσέα στη Σαμοθράκη και έφερε πολλά λάφυρα στη Ρώμη. Έχτισε… … Dictionary of Greek
Γναῖον — Γναῖος masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Γναίου — Γναῖος masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Γναίῳ — Γναῖος masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πομπήιος — I Όνομα ρωμαϊκής οικογένειας πληβείων με τρεις διαφορετικούς κλάδους. Το 141 π.Χ. η οικογένεια έγινε «ευγενής». 1. Γναίος Πομπήιος Στράβων. Στρατηγός, που ως ύπατος έκανε επιτυχή εκστρατεία στον Κοινωνικό ή Συμμαχικό Πόλεμο. Ψήφισε τον Πομπήιο… … Dictionary of Greek